Η ικανοποίηση τουλάχιστον του 20% των ενεργειακών αναγκών της χώρας μέχρι το 2020 από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αποτελεί όχι μόνο δέσμευση που απορρέει από την ισχύουσα ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική, μα και κύρια αναπτυξιακή επιλογή της σημερινής κυβερνήσεως. Λάθος στόχος, λάθος πορεία. Η σωστή τοποθέτηση, ο εθνικός στόχος, το εθνικό όραμα, που επιτέλους πρέπει να γίνει πράξη, δεν αποτελεί απλά το επίτευγμα του 20% των ενεργειακών αναγκών της χώρας να προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αλλά πρώτα και κύρια να καταστεί ενεργειακά ανεξάρτητη η χώρα.
Θα είναι το μεγαλύτερο επίτευγμα της Ελλάδας μετά την επίτευξη τροφικής αυτάρκειας στις δεκαετίες του ’50 και του ’60, όταν επιτέλους πάψαμε να περιμένουμε στον Πειραιά τα καράβια με το στάρι και το ρύζι, για να θρέψουμε τον πληθυσμό μας. Ήρθε η ώρα η Ελλάδα να καταστεί ενεργειακά ανεξάρτητη. Στο πλαίσιο αυτού του εθνικού στόχου να περιλάβουμε και τον επιμέρους στόχο το 20% των αναγκών να προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Σε αυτό το πλαίσιo, ο στόχος για «πράσινη ενέργεια» καθίσταται ακόμα πιο σημαντικός... Αλλά σε αυτό το στρατηγικό πλαίσιο.
Ανεξάρτητος και μεμονωμένος, το μόνο που μπορεί να επιτύχει είναι κάποια περιβαλλοντική «αυτοϊκανοποίηση» την ώρα που γύρω από την Ελλάδα μέχρι το 2020 θα έχουν ξεφυτρώσει τουλάχιστον τέσσερα πυρηνικά εργοστάσια σε Αλβανία, Βουλγαρία και Τουρκία!
Η έρευνα της «Σ» που κατέληξε να αποτυπωθεί στην παρούσα μελέτη ξεκινάει από αυτό ακριβώς το ερώτημα: Από πού θα ικανοποιείται το υπόλοιπο 80% της ενεργειακής ζήτησης; Συνεκτική και ολοκληρωμένη απάντηση στο ερώτημα αυτό, με το πλήθος των επιμέρους οικονομικών επιπτώσεων και παραμέτρων ενεργειακής επάρκειας και εθνικής ασφάλειας που το συνοδεύουν, δεν έχουν δώσει ούτε η σημερινή κυβέρνηση αλλά ούτε και οι προηγούμενες.
Υπάρχει ο λιγνίτης, αλλά επιβαρύνει το περιβάλλον στο βαθμό που το σώζει η «πράσινη ενέργεια», υπάρχουν τα υδροηλεκτρικά φράγματα, αλλά και εδώ έχουμε οικολογικό θέμα, έστω σε μικρότερη έκταση από τον λιγνίτη, όπως και θέμα φυσικών πόρων: Η χώρα δεν έχει άλλα μεγάλα ποτάμια, πέραν των υπαρχόντων ποταμών και φραγμάτων, για να επενδυθούν σε αυτά μεγάλες ενεργειακές φιλοδοξίες.
Τι μένει λοιπόν; Αυτό που όλοι, πλην Ελλάδος, αναζητούν μανιωδώς, αυτό που από οικολογικής άποψης είναι ό,τι φιλικότερο προς το περιβάλλον, αφού η εξόρυξή του δε μολύνει, είναι εύκολο να μεταφερθεί και κινεί την ανάπτυξη όλου του πλανήτη τα τελευταία 120 χρόνια: Το πετρέλαιο.
Στην Ευρώπη μόνο τέσσερις χώρες δεν ψάχνουν για πετρέλαιο: Η Ελλάδα, η Βοσνία, η Σερβία και η Μολδαβία! Ολα αυτά, όταν την τελευταία πενταετία η αναζήτηση πετρελαίου έχει πάρει διαστάσεις φρενίτιδας μετά τις αλματώδεις τεχνολογικές εξελίξεις από το 2000 περίπου και μετά, στις διαδικασίες έρευνας πετρελαϊκών κοιτασμάτων. Τώρα βρίσκεις το πετρέλαιο, οπουδήποτε βρίσκεται, σε όποιο βάθος βρίσκεται, ακόμα και κάτω από υπεδάφια στρώματα που κάποτε έκρυβαν αποτελεσματικά τον «μαύρο χρυσό».
Επισκόπηση της διεθνούς αναζήτησης υδρογονανθράκων την τελευταία δεκαετία
Τα αίτια της σημερινής έντονης αναζήτησης και εξερεύνησης υδρογονανθράκων στην Ευρώπη άρχισαν να διαμορφώνονται στις αρχές της παρούσας δεκαετίας. Τότε και εξαιτίας μιας νέας και συνεχώς διευρυνόμενης ζήτησης από την Κίνα στην παγκόσμια αγορά υδρογονανθράκων -που ακόμη και στις μέρες μας ουδόλως έχει κοπάσει, ενώ ακολουθεί κατά πόδας και η Ινδία- άρχισε να αυξάνεται ως επακόλουθο και η τιμή του πετρελαίου και του φυσικού αερίου (ΦΑ).
Ταυτόχρονα, εμφανίζονται τα πρώτα σημάδια κορύφωσης της παραγωγής των κοιτασμάτων στη Βόρεια Θάλασσα -η παραδοσιακή πηγή, μαζί με τη Μέση Ανατολή- προμήθειας υδρογονανθράκων της Ευρώπης.
Τα πράγματα μάλιστα, στένευαν ακόμη περισσότερο, όταν τα ίδια σημάδια παραγωγικής κορύφωσης, μάλιστα με μια παρατηρούμενη γρηγορότερη ημερήσια κάμψη, αρχισαν να εμφανίζονται και σε άλλες πρότινος μεγάλες δεξαμενες και λεκάνες τροφοδοσίας της παγκόσμιας αγοράς, τόσο στο Κόλπο του Μεξικού, όσο και στις ίδιες τις ΗΠΑ, ιδιαίτερα στα κοιτάσματα ΦΑ.
Φόβοι, μάλιστα, άρχισαν να εκφράζονται και για μια ομόλογη γήρανση και άλλων υφιστάμενων μεγάλων ταμιευτήρων, ιδιαίτερα δε των μεγάλων κοιτασμάτων της Σαουδικής Αραβίας. Κι όλα αυτά, τη στιγμή που οι ενεργειακές ανάγκες (και) στην Ευρώπη την ίδια, δεν έπαψαν να αυξάνονται λόγω της αναπτυξιακής στιβαρότητος που υπήρχε και της ευμάρειας που προκαλούσε και προσέφερε.
Διαβάστε το πλήρες άρθρο εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου