Επιμελείται και σχολιάζει ο Κωνσταντίνος Ι. Βαθιώτης
Ad perpetuam memoriam Σαράντου Ι. Καργάκου
«Τον τελευταίο καιρό λυπάμαι πολύ τον Θεό. Είναι παντεπόπτης. Όσο σκέπτομαι ότι ο Θεός που τα βλέπει όλα, είναι υποχρεωμένος να βλέπει και την Ελλάδα, τον λυπάμαι. Τι να δει; Οι περισσότεροι Έλληνες προτιμούν να πεθάνουν παρά να σκεφθούν».
Αυτά έγραφε ο Σαράντος Καργάκος το 1991 για την Ελλάδα και τους Έλληνες. Δεν τολμώ να φανταστώ τι θα έγραφε σήμερα ο ανεπανάληπτος αυτός συγγραφέας, ιστορικός και δοκιμιογράφος για την χώρα μας, η οποία εν έτει 2024 έχει γίνει πλέον ένας ξέφραγος και άθεος χώρος προσκυνημένων ραγιάδων που ψηφίζουν για πρωθυπουργούς κάποιους μανιασμένους εξολοθρευτές του ελληνισμού και της ορθοδοξίας. Αν εξαιρέσουμε το ταλέντο τους στην εξολόθρευση, κατά τα λοιπά επικυρώνουν απολύτως τον καργάκειο κανόνα:
«Οι άδειοι δίσκοι ανεβαίνουν, οι γεμάτοι κατεβαίνουν».
Ο κανόνας αυτός συμπληρώνεται από την εξής διαχρονική διαπίστωση του συγγραφέως:
«Αυτό που ανυψούται στην Ελλάδα, είναι ο βυθός. Γίναμε χώρα του βάθους. Του σκοτεινού βάθους, όπου κυριαρχούν τα μαλάκια».
Σε δεκάδες κείμενά του γραμμένα ιδίως την δεκαετία του ΄90, αλλά και πριν από αυτήν, ο Σαράντος Καργάκος ψυχογραφούσε με μοναδική μαεστρία και απαράμιλλη ευθυβολία τους Νεοέλληνες.
Το άκρως ανησυχητικό είναι ότι τα πορίσματα του ψυχογραφήματός του, παρότι κοντεύει να περάσει μισός αιώνας από την δημοσίευσή τους, εξακολουθούν και ισχύουν μέχρι κεραίας.
Αν, βεβαίως, δεν είχε φύγει από κοντά μας έναν περίπου χρόνο προτού ξεσπάσει ο κορωνοϊός (13 Ιανουαρίου 2019) και διάβαζε αυτές τις γραμμές, θα έσπευδε να με διορθώσει, ενιστάμενος ότι δεν πρόκειται για ψυχογράφημα αλλά για «νεκροψία στο πτώμα της ελληνικής κοινωνίας», το οποίο δεν θα ήταν άστοχη υπερβολή να ειπωθεί ότι περιφέρεται σαν ένα δακτυλοδεικτούμενο ζόμπι που, όμως, φορά την μάσκα του ψηφιακού εκσυγχρονισμού.
Άλλωστε, το σχόλιο περί της νεκροψίας στο πτώμα της ελληνικής κοινωνίας το είχε κάνει αυτός ο καταπληκτικός ανατόμος της ελληνικής νοοτροπίας στην στήλη «Προσανατολισμοί» του περιοδικού «Ευθύνη», όπου τον Ιούνιο του 1991 (στο τεύχος 234, σελ. 334) είχε εκθέσει ένα μικρό συγγραφικό διαμάντι με τον τίτλο «Ασχημονούμεν μετ’ ευτελείας (Νεοελληνικός Επιτάφιος)».
Το κείμενο εκείνο αποδεικνύει περίτρανα ότι η θεωρία του Θαυμαστού Ανάποδου Κόσμου για την οποία άρχισα να μιλώ λίγους μήνες μετά την κήρυξη της πανδημίας του κορωνοϊού έχει πολύ βαθιές ρίζες, τις οποίες δεν είχα εντοπίσει, γιατί πολύ απλά ανήκα στην κατηγορία εκείνων των πολιτών που (με όρους Καργάκου) «ροχάλιζαν βαρειά», ευτυχώς όμως χωρίς να περνώ «το ροχαλητό [μου] για επαναστατικό εμβατήριο».
Αφυπνίσθηκα την υστάτη στιγμή, όταν ο ανάποδος κόσμος υποστασιοποιήθηκε στα πρόσωπα των μισάνθρωπων βασιλιάδων του, δηλαδή των πολιτικών που, φορώντας κυριολεκτικώς μάσκες, άφησαν τις μεταφορικές να καταπέσουν στο έδαφος, ώστε να αποκαλυφθούν ανερυθρίαστα τα σκοτεινά τους πρόσωπα μπροστά στα μάτια των βαθέως κοιμωμένων.
Αν είχαμε ακόμη εν ζωή τον Σαράντο Καργάκο, η διαπίστωση που έκανε το 1991 ότι «είμαστε μια ανάποδη κοινωνία» θα είχε πανεύκολα μετεξελιχθεί στην διαπίστωση ότι όλος ο πλανήτης χορεύει πλέον συντονισμένος στην σατανική μελωδία του Θαυμαστού, δηλ. του Σιχαμερού, Ανάποδου Κόσμου. Το ανάποδο, λοιπόν, είναι παγκόσμιας εμβέλειας και γι’ αυτό ο Καργάκος αποφαινόταν ότι:
«Ζούμε στην εποχή της Μεγάλης Απάτης».
Άλλωστε ο κόσμος μας αναποδογύρισε ήδη από την στιγμή που ο Θεός δημιούργησε τον Εωσφόρο ως άγγελο του φωτός, αλλά εκείνος έκαμε τον εαυτό του Σατανά, διαστρέφοντας το φως σε σκοτάδι! Εν συνεχεία, ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο αθάνατο, αλλά ο άνθρωπος έκαμε τον εαυτό του θνητό, όταν θαμπώθηκε από την ψευδή παράσταση του απατεώνα διαβόλου ότι, αν κάνει αυτό που του λέει, θα γίνει θεός χωρίς τον Θεό. Η υπόσχεση αυτή ξανασερβίρεται σήμερα από τα τσιράκια του με το καμουφλάζ της Τεχνητής Νοημοσύνης, η οποία δεν θα ήταν υπερβολικό να λεχθεί ότι μας οδηγεί προς το δεύτερο προπατορικό αμάρτημα.
Ας απολαύσουμε τώρα το εξαιρετικά επίκαιρο κείμενο του Σαράντου Καργάκου, καθώς συμπληρώθηκε μια πενταετία από την κοίμησή του, κι ας προβληματισθούμε για την τραγικότητα της ιστορικής φάσης που διανύουμε ως ελληνικό έθνος.
Κάποτε ο Καρυωτάκης είχε πει πως είναι πολλά του αιώνος μας τα χρέη. Το ξέραμε από τον περασμένο αιώνα. Γι’ αυτό, όταν διώξαμε τη βαυαρική δυναστεία, φέραμε δανική (ένα από τα πρώτα δάνεια που πήραμε μετά την Ανεξαρτησία, το υπέγραψαν οι Αλέξ. Μαυροκορδάτος και Ιω. Κωλέττης. Και οι δύο ήταν βαθειά συλλογισμένοι. «Σκέπτομαι», είπε ο Μαυροκορδάτος, «πώς θα το επιστρέψουμε» – «Κι εγώ», αποκρίθηκε ο Κωλέττης, «πώς δεν θα το επιστρέψουμε», που τώρα πια δεν είναι αγύριστα. Αγύριστο είναι το κεφάλι μας, όσο κι αν το περιποιούμεθα με δέκα τύπους σαμπουάν, για να μην πιάνει πιτυρίδα, αδιαφορώντας για την εσωτερική πιτυρίδα, που τείνει να υποκαταστήσει τη φαιά ουσία του εγκεφάλου μας. Ιστορικώς βέβαια έχει αποδειχθεί ότι δεν έχουμε εγκέφαλο. Το επιβεβαιώνει άλλωστε και η επιτυχία του γνωστού άσματος: «Δεν έχουμε μυαλό». Χρειάζεται πάντως να γίνει νεκροψία στο πτώμα της ελληνικής κοινωνίας, για να βεβαιωθούμε και ιατρικώς. Προσωπικώς, λόγω αταβιστικών καταβολών, ζω πάντα με την απορία των παλαιών συμπατριωτών μου: «Έχει ο Λιάκας κεφάλι;».
Ασφαλώς, όλοι κυκλοφορούμε με κεφάλι. Το ερώτημα είναι, πόσο το χρησιμοποιούμε ή σε τι το χρησιμοποιούμε. Δεν έχω έντονες μεταφυσικές ανησυχίες. Όμως τον τελευταίο καιρό λυπάμαι πολύ τον Θεό. Είναι παντεπόπτης. Όσο σκέπτομαι ότι ο Θεός που τα βλέπει όλα, είναι υποχρεωμένος να βλέπει και την Ελλάδα, τον λυπάμαι. Τι να δει; Οι περισσότεροι Έλληνες προτιμούν να πεθάνουν παρά να σκεφθούν. Κι αυτό πράττουν άλλωστε. «Κοιμηθείτε· η κυβέρνηση αγρυπνεί για σας», λέει ένα πρόσφατο τοιχογράφημα. Και κοιμόμαστε βαθειά, ροχαλίζουμε βαρειά και περνάμε το ροχαλητό μας για επαναστατικό εμβατήριο. Δυστυχώς λείπει από τον σημερινό ελληνικό λαό η ανυψωτική τάση. Χρειάζεται για ν’ ανυψωθεί, ν’ ανεβεί κάπου ψηλότερα. Κι αυτό, νομίζω, είναι το ικρίωμα. Ίσως δεν είναι ευρέως γνωστό το περιστατικό του καταδίκου, που ανεβαίνοντας στο ικρίωμα Δευτέρα πρωί, ακούστηκε να λέει: «Να μια εβδομάδα που αρχίζει καλά». Το ίδιο ακούω από τα χείλη των κυβερνώντων, όταν μας ανακοινώνουν πως εξασφάλισαν από ξένες τράπεζες δανεικά.
Χάρη στην ανάπτυξη των κοινωνιολογικών σπουδών, χρόνια τώρα ακούω για κοινωνική πυραμίδα. Τέτοιο πράγμα στην Ελλάδα δεν υπάρχει. Κι αν υπήρχε, πήρε μορφή «κοινωνικού τετραγώνου», που ακολούθως μετασχηματίσθηκε σε «κοινωνικό κύκλο» φαύλων ανθρώπων, με φαύλες επιθυμίες, φαύλες επιδιώξεις και πιο φαύλες ανυψώσεις. Ας μη μιλάμε για κοινωνική πυραμίδα. Μια πυραμίδα προϋποθέτει κορυφή που να στηρίζεται σε γερή βάση. Τα σκουπίδια μπορούν ν' απαρτίσουν σωρό· πυραμίδα όχι. Για τη χώρα μας ισχύει, κυριολεκτικά και μεταφορικά, ο λόγος του Ηρακλείτου: «Σάρμα εική κεχυμένος ο κάλλιστος κόσμος (= Σωρός σκουπίδια άτακτα χυμένα ο πανέμορφος κόσμος μας»). Ας πάρουμε σαν παράδειγμα την πολιτική ζωή… Μόνο ζωή δεν είναι. Η πάλη των κομμάτων έχει μεταβληθεί σε πάλη πτωμάτων. Η ψήφος έχει καταντήσει ρύπος. Για να μη ρυπαίνουμε το περιβάλλον, ρίχνουμε την ψήφο στην... κάλπη.
Στον τομέα της παιδείας και της κοινωνικής συμπεριφοράς ισχύουν αυτά που μνημονεύει ο Πλάτων στην Πολιτεία (Η΄ 560-562): «Και την μεν αιδώ ηλιθιότητα ονομάζοντες... Ύβριν μεν ευπαιδευσίαν καλούντες, αναρχίαν δε ελευθερίαν, ασωτείαν δε μεγαλοπρέπειαν, αναίδειαν δε ανδρείαν... Και μήτε (τους υιείς) αισχύνεσθαι μήτε δεθιέναι τους γονέας... Διδάσκαλος τε εν τω τοιούτω φοιτητάς φοβείται και θωπεύει, φοιτηταί τε διδασκάλων ολιγωρούσιν».
Στα σχολεία μας η άγνοια βαφτίζεται δύναμη και το ψυχικό κώμα αρετή. Τα «άνθη της φυλής», όπως ονόμαζε τους νέους ο Κοραής, ποτίζονται από ασυνείδητους καθηγητές με βρώμικο νερό και γίνονται «άνθη του κακού», χωρίς να έχουν διαβάσει Μπωντλαίρ. Έτσι, σήμερα γίνονται θύματα και αύριο θύτες. Θύτες της Ελλάδος, που σε μια Ενωμένη Ευρώπη θα γίνει ιερό σφάγιο. Αυτό έπρεπε να έχουν, πριν από τους πολιτικούς, κατανοήσει οι εκπαιδευτικοί. Όμως –εκτός ολίγων τιμητικών εξαιρέσεων– τους λείπει η πνευματική ευαισθησία. Την έλλειψη πνευματικότητος αναπληρώνει ισχυρά δόσις πολιτικότητος, που σημαίνει σε απλή γλώσσα κομματικότητα ή οππορτουνισμός χωρίς όρια.
Αλλά, πώς να υπάρξει πνευματικότητα στην εκπαίδευση, όταν δεν υπάρχει στον πνευματικό μας κόσμο, που τείνει να μεταβληθεί σε Σαχάρα, με λίγες και συνεχώς απειλούμενες οάσεις; Δεν υπάρχει κατά τα τελευταία χρόνια εξάμβλωμα, που να μην χαρακτηρίστηκε αριστούργημα, πρωτοποριακή σύλληψη, έργο ρήξης, ενώ στην πραγματικότητα ήταν έργο φρίκης, σήψης ή θλίψης. Κι ενώ χαλάνε τον κόσμο οι δήθεν επιστημονικές περιγραφές των εξωγήινων όντων, που προορίζονται για “πνευματική” τροφή γήινων ζώων, οι γήινοι δημιουργοί του ενδιαφέρονται για τα επίγεια όσο και οι ποντικοί για τα υπόγεια. Δεν ζούμε στην εποχή της «Μεγάλης Χίμαιρας» του Ρενέ Κλεμάν. Ζούμε στην εποχή της Μεγάλης Απάτης, όπου στα κλεφτά με λεφτά μπορείς ν’ αγοράσεις τα πάντα. Ακόμη και πολυτελές διαμέρισμα στον Παράδεισο. Στο πνευματικό μας εποικοδόμημα δεν κυριαρχεί η ευφυΐα αλλά η πονηρία.
Είμαστε μια ανάποδη κοινωνία. Στην πρώτη γραμμή οι σαθροί. Ουραγοί οι σεμνοί. Για να πας μπροστά, δεν χρειάζεται ταλέντο, τιμιότητα, εργατικότητα. Ούτε καν μυαλό. Αρκεί η ευλύγιστη σπονδυλική στήλη, η τέχνη του έρπειν και του λείχειν, η ικανότητα του πατείν επί πτωμάτων και του αποπατείν επί πάντων, ιερών και οσίων. Και να μάχεσαι υπέρ των ανούσιων και ανοσίων. Οι ανοησίες δεν βλάπτουν, αρκεί να γίνονται με έξυπνο τρόπο. Κανείς κλέφτης δεν χαρακτηρίσθηκε ανόητος στον τόπο που ανέδειξε σε πρώτη πνευματική αξία τον Νουν! Άρα, νουν έχοντες είναι οι κατέχοντες. Οι μη έχοντες ούτε μακάριοι ούτε μακαρισμένοι είναι· μάλλον μαγαρισμένοι. Ο λαός μας δεν τραγούδησε κάποιους εθνικούς ευεργέτες, τραγούδησε κλέφτες, ληστές και απατεώνες. Από τον περιλάλητο Νταβέλη έως τον πολυθρύλητο και πολυφίλητο Παναγή των Μεγάρων.
Κι αυτό δεν είναι απορίας άξιον. Οι κοινωνικοί νόμοι στην Ελλάδα έχουν μια δική τους «νομικότητα». Λειτουργούν όπως οι πολιτικοί νόμοι: το μικρό ψάρι πιάνεται στο δίχτυ· το μεγάλο χάνεται. Ένας λόγος του Ουγκώ μάς δίνει το νόμο της κοινωνικής εντροπίας και... ντροπής: «Στην κοινωνία συμβαίνει ό,τι και στις ζυγαριές. Οι άδειοι δίσκοι ανεβαίνουν, οι γεμάτοι κατεβαίνουν. Ο Βλαδίμηρος Λένιν (που τώρα κάποιοι παλιοί υμνητές του κάνουν πως δεν τον ξέρουν) έλεγε αφελώς: «Η λογική του κατήφορου είναι ο πάτος».
Λάθος! Στην Ελλάδα ισχύει το αντίθετο: «Η λογική του κατήφορου είναι το ... ύψος»! Το είχε πει ο Παλαμάς: «Γείρε, αν θέλεις να υψωθείς». Για ν’ ανυψωθείς ταπεινώσου. Αυτό που ανυψούται στην Ελλάδα, είναι ο βυθός. Γίναμε χώρα του βάθους. Του σκοτεινού βάθους, όπου κυριαρχούν τα μαλάκια.
Κάποιοι επώνυμοι –δυστυχώς όχι λίγοι– που διαθέτουν ευαίσθητους δακρυγόνους αδένες, έσπευσαν να συγκινηθούν από την «εποποιία των καταλήψεων» της μαθητικής νεολαίας. Δεν είναι βέβαια ωραίο να κατηγορούμε τους νέους γι’ αυτό που εμείς τους επιβάλαμε να θέλουν. Πρέπει όμως κάποια στιγμή να τους μιλήσουμε ωμά: με κοπριές Παρθενώνα δεν φτιάχνεις. Ούτε με κοπριά φτιάχνεται ψωμί. Στα σχολεία κάποτε διδάσκαμε Επιτάφιο του Περικλή. Τώρα μόλις το 1/7 των Ελληνοπαίδων διδάσκεται Επιτάφιο. Έτσι δεν κινδυνεύουν να μάθουν την κακή κουβέντα «μαλακία». Όμως, αν η λέξη αυτή απαντά μια φορά στον Επιτάφιο του Περικλή, απαντά σε πληθωριστικό βαθμό στον Επιτάφιο της ελληνικής γλώσσας, που εκφωνούν κάθε ώρα, κάθε στιγμή οι «ανθοί» μας, στις πιο «τρυφερές», στις πιο «επαναστατικές» εκδηλώσεις τους. Κράτησαν τη μ... κι έδιωξαν τη φιλοκαλία. Έτσι ο ξένος, όταν ακούει Ελληνόπουλα, θαρρεί πως είναι... συνονόματα!
“Είμαστε μια ανάποδη κοινωνία. Στην πρώτη γραμμή οι σαθροί. Ουραγοί οι σεμνοί. Για να πας μπροστά, δεν χρειάζεται ταλέντο, τιμιότητα, εργατικότητα. Ούτε καν μυαλό. Αρκεί η ευλύγιστη σπονδυλική στήλη, η τέχνη του έρπειν και του λείχειν, η ικανότητα του πατείν επί πτωμάτων και του αποπατείν επί πάντων, ιερών και οσίων. Και να μάχεσαι υπέρ των ανούσιων και ανοσίων. Οι ανοησίες δεν βλάπτουν, αρκεί να γίνονται με έξυπνο τρόπο…”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου