του Δημήτρη Μάρδα, καθηγητή Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ
Οι προμήθειες υγείας: O μεγάλος ασθενής που έχει γύρω του «γιατρούς» υπουργούς, υφυπουργούς και πλήθος από γραφειοκράτες, λάτρεις της πολιτικής του «σπεύδετε βραδέως».
Κεντρικός φορέας διοίκησης των προμηθειών υγείας είναι η Επιτροπή Προμηθειών Υγείας (ΕΠΥ). Αιχμή του δόρατος της πολιτικής της ΕΠΥ είναι το Παρατηρητήριο Τιμών, με τη βοήθεια του οποίου προμηθεύονται νοσοκομεία υλικά εκτός διαγωνισμών. Παρά τις όποιες προτάσεις (και όχι απλά κριτικές κατά τον Υπουργό Υγείας), το Παρατηρητήριο τιμών εξακολουθεί να προτείνει σε πολλά προϊόντα υψηλές τιμές από την έναρξη της λειτουργίας του το 2010, έως σήμερα.
Η αντίσταση των όποιων εμπλεκομένων στη διαμόρφωση της πολιτικής τιμών των προμηθειών υγείας, μέσω του Παρατηρητηρίου, σε προτάσεις που θα οδηγούσαν στη γρήγορη εκλογίκευση των τιμών θέτει εύλογα ερωτήματα.Η οικονομική όμως ,επιστήμη τα έχει απαντήσει εδώ και καιρό, μέσω της «Θεωρίας της Προσόδου». Η τελευταία δίνει επαρκείς εξηγήσεις για τις αγορές προϊόντων που δε λειτουργούν σε ανταγωνιστικό περιβάλλον. Με τη συγκατάθεση λοιπόν πολιτικών, γραφειοκρατών κ.λπ πωλούνται προϊόντα στο κράτος σε ιδιαίτερα υψηλές τιμές, εξασφαλίζοντας υπερκέρδη, καθώς το ύψος των τιμών καθορίζεται μέσω νομοθετικών ρυθμίσεων που εισηγούνται οι ανωτέρω. Τα υπερκέρδη αυτά είτε επαναεπενδύονται είτε χρησιμοποιούνται ως μέσο δωροληψίας υπέρ αυτών που συντηρούν τη συγκεκριμένη κατάσταση.
Οι προμήθειες υγείας: O μεγάλος ασθενής που έχει γύρω του «γιατρούς» υπουργούς, υφυπουργούς και πλήθος από γραφειοκράτες, λάτρεις της πολιτικής του «σπεύδετε βραδέως».
Κεντρικός φορέας διοίκησης των προμηθειών υγείας είναι η Επιτροπή Προμηθειών Υγείας (ΕΠΥ). Αιχμή του δόρατος της πολιτικής της ΕΠΥ είναι το Παρατηρητήριο Τιμών, με τη βοήθεια του οποίου προμηθεύονται νοσοκομεία υλικά εκτός διαγωνισμών. Παρά τις όποιες προτάσεις (και όχι απλά κριτικές κατά τον Υπουργό Υγείας), το Παρατηρητήριο τιμών εξακολουθεί να προτείνει σε πολλά προϊόντα υψηλές τιμές από την έναρξη της λειτουργίας του το 2010, έως σήμερα.
Η αντίσταση των όποιων εμπλεκομένων στη διαμόρφωση της πολιτικής τιμών των προμηθειών υγείας, μέσω του Παρατηρητηρίου, σε προτάσεις που θα οδηγούσαν στη γρήγορη εκλογίκευση των τιμών θέτει εύλογα ερωτήματα.Η οικονομική όμως ,επιστήμη τα έχει απαντήσει εδώ και καιρό, μέσω της «Θεωρίας της Προσόδου». Η τελευταία δίνει επαρκείς εξηγήσεις για τις αγορές προϊόντων που δε λειτουργούν σε ανταγωνιστικό περιβάλλον. Με τη συγκατάθεση λοιπόν πολιτικών, γραφειοκρατών κ.λπ πωλούνται προϊόντα στο κράτος σε ιδιαίτερα υψηλές τιμές, εξασφαλίζοντας υπερκέρδη, καθώς το ύψος των τιμών καθορίζεται μέσω νομοθετικών ρυθμίσεων που εισηγούνται οι ανωτέρω. Τα υπερκέρδη αυτά είτε επαναεπενδύονται είτε χρησιμοποιούνται ως μέσο δωροληψίας υπέρ αυτών που συντηρούν τη συγκεκριμένη κατάσταση.
Παραθέτουμε την εμπειρία ή ορθότερα τον Γολγοθά ομάδας μελετητών με σκοπό, εκτός των άλλων, συγκεκριμένες προτάσεις για την αλλαγή τρόπου λειτουργίας του Παρατηρητηρίου της ΕΠΥ και τη γρήγορη προσαρμογή των τιμών του στις χαμηλές τιμές της αγοράς.Αναλυτικότερα, Μεγάλη Πέμπτη του 2011, μελέτη που δημοσιοποιήθηκε αναδείκνυε τις πανάκριβες τιμές στα ορθοπεδικά υλικά, που ήταν αναρτημένες στο παρατηρητήριο τιμών της ΕΠΥ. Οι τιμές αυτές, ήταν υπερπολλαπλάσιες από εκείνες της αγοράς ίδιων προϊόντων παραγομένων σε παλαιά κράτη-μέλη της ΕΕ!.Η ομάδα εκείνη του Αριστοτελείου Παν/μίου Θεσ/νίκης, που ανέδειξε το πρόβλημα, προσκλήθηκε, μετά από εντολή του τότε υπουργού υγείας, να προτείνει άμεσα λύσεις έτσι ώστε να διορθωθούν οι εκτροπές του τρόπου λειτουργίας της ΕΠΥ, τόσο στο Παρατηρητήριο τιμών όσο και σε άλλους συναφείς με τις προμήθειες υγείας χώρους.Από εκεί και μετά αρχίζει μια ενδιαφέρουσα περιπέτεια. Από τον Μάιο του 2011 και παρά τις πιέσεις ορισμένων μελών (μιας μειοψηφίας) του Διοικητικού Συμβουλίου (ΔΣ) της ΕΠΥ υπέρ της μελέτης, τα συμβαλλόμενα μέρη κατέληξαν αισίως σε μια πρόταση συνεργασίας (μέσω μιας σύμβασης έργου) στα μέσα του Οκτωβρίου(!!!). Λόγω του επείγοντος χαρακτήρα της έρευνας, η ολοκλήρωσή της έλαβε χώρα στα μέσα του Δεκεμβρίου του 2011.
Οι προτάσεις της μελέτης παραδόθηκαν στους χρόνους που ορίστηκαν. Μια τριμελής επιτροπή αξιολόγησης συστήθηκε από την ΕΠΥ στις αρχές του Ιανουαρίου του 2012, για να παραδώσει το πόρισμά της άμεσα κατά τα προβλεπόμενα.Μετά από οκτώ ολόκληρους μήνες (!!!) –στις 23 Αυγούστου 2012– από την ημέρα κατάθεσης και του τελευταίου μέρους της (επείγουσας) έρευνας, ταχυδρομήθηκε το εν λόγω πόρισμα στους μελετητές. Αυτό, με ισχνή πλειοψηφία απέρριπτε τις λύσεις της μελέτης στο σύνολό τους.
Η μη αποδοχή μέρους των αποτελεσμάτων-προτάσεων της οποιασδήποτε μελέτης είναι καταρχάς θεμιτή. Είναι μέρος ενός συστήματος αξιολόγησης. Το ακατανόητο όμως στην προκειμένη περίπτωση, είναι το εξής:
Γιατί δεν κοινοποιήθηκε, όπως είθισται και όπως προβλεπόταν ρητά στη σύμβαση ΑΠΘ-ΕΠΥ, το πόρισμα της επιτροπής αξιολόγησης στους μελετητές έγκαιρα, έτσι ώστε να υπάρχει η δυνατότητα απαντήσεων τόσο προς την εν λόγω επιτροπή, όσο και προς τα μέλη του ΔΣ της ΕΠΥ;
Οι απόψεις της τριμελούς επιτροπής αξιολόγησης, γενικόλογες και αόριστες, θεωρήθηκαν απαράδεκτες από τους μελετητές. Έτσι, σε τετρασέλιδη επιστολή-απάντηση δυο ημέρες μετά τη λήψη του εν λόγω πορίσματος, οι μελετητές κατέρριπταν όλες τις θέσεις της εν λόγω επιτροπής.
Όλα αυτά έλαβαν χώρα στα τέλη Αυγούστου του 2012. Η μελέτη μαζί με τις απαντήσεις των μελετητών στα όσα σημείωνε η τριμελής επιτροπή αξιολόγησης της ΕΠΥ, εστάλησαν επίσης στον Υπουργό Υγείας, όπως και τον αρμόδιο Γενικό Γραμματέα. Έκτοτε ουδείς φάνηκε ότι ασχολήθηκε με το θέμα, πολλές όμως τιμές του Παρατηρητηρίου αντιστέκονται ακόμη και σήμερα, τρία χρόνια αφότου άρχισε να λειτουργεί, σε μειώσεις.
Αρχές Ιανουαρίου του 2013, η Νομική Υπηρεσία του ΑΠΘ επικοινώνησε με την Πρόεδρο της ΕΠΥ ζητώντας εξηγήσεις για την κατάφορη παράβαση των όρων της σχετικής σύβασης. Επίσης ζητούσε να μάθει κατά πόσο ασχολήθηκε το ΔΣ της ΕΠΥ με τα όσα εξέθεταν οι μελετητές με την επιστολή τους στα τέλη του Αυγούστου.
Με έκπληξη η Νομική Σύμβουλος του Παν/μιου διαπίστωσε ότι η Πρόεδρος της ΕΠΥ, δεν είχε γνώση της επιστολής των μελετητών, η οποία είχε σταλεί προς την ίδια με συστημένη επιστολή στις 28 Αυγούστου.
Λίγες ημέρες αργότερα… βρέθηκε τελικά η επιστολή, οπότε η Πρόεδρος της ΕΠΥ την κοινοποίησε στην επιτροπή αξιολόγησης για τα περαιτέρω με το διακριτικό «εξαιρετικά επείγον»!!!. Η αποστολή αυτή έγινε στις 14 του Ιανουαρίου του 2013.
Κατά τα τέλη Μαρτίου 2013, η επείγουσα μελέτη που στην ουσία άρχισε τον Μάιο του 2011 ακόμη συζητείται… Οι τιμές όμως του Παρατηρητηρίου Τιμών της ΕΠΥ καλά κρατούν και υποχωρούν, ακολουθώντας την πολιτική τα «ζα μου αργά». Οι νέες τιμές που αναρτώνται (στα ορθοπεδικά), όποτε αναρτηθούν, είναι όμοιες της μελέτης του ΑΠΘ του 2011.
Από την αρχή αυτού του εγχειρήματος, οι ακατανόητες καθυστερήσεις και κωλυσιεργίες, δημιουργούσαν την αίσθηση ότι ένα «αόρατο χέρι» δεν ήθελε αυτήν την έρευνα, πολύ περισσότερο τις λύσεις που πρότεινε.Η όλη όμως ατέρμονη διαδικασία της κρίσης προκάλεσε τα εξής: Τη μη άμεση υλοποίηση προτάσεων, που αφορούσαν, τόσο στη γρήγορη μείωση των τιμών των υλικών που είναι αναρτημένες στο Παρατηρητήριο υγείας όσο και στον εξορθολογισμό του συστήματος προμηθειών υγείας, υπό την εποπτεία της ΕΠΥ.
Αποτέλεσμα των ανωτέρω δυστοκιών, τυχαίων η μη, είναι το ακόλουθο: Παρά τις κάποιες βελτιώσεις, πολλές τιμές του Παρατηρητηρίου τιμών, εξακολουθούν να είναι πολύ ακριβότερες από εκείνες της αγοράς. Κερδισμένοι της όλης καθυστέρησης: Οι προμηθευτές. Χαμένοι φυσικά οι έλληνες φορολογούμενοι! (βλ. Πίνακα).
Το μέγεθος της ζημιάς, που επωμίζεται το Δημόσιο, σκιαγραφείται από το ακόλουθο παράδειγμα. Η τιμή του Παρατηρητηρίου τιμών για τον νάρθηκα γόνατος τεσσάρων σημείων τον Απρίλιο του 2011 ήταν 444 ευρώ. Η χονδρική τιμή του για προϊόντα μη προερχόμενα από χώρες χαμηλού κόστους, ανερχόταν σε 58 ευρώ. Τον Μάρτιο του 2013 η τιμή του Παρατηρητηρίου παρέμεινε ανέγγιχτη. Η διαφορά τιμής λοιπόν –σε ένα μόνο προϊόν– ανέρχεται σε 386 ευρώ. Φανταστείτε το κόστος για το Δημόσιο που προκύπτει, όχι μόνο γι’ αυτό το προϊόν, αλλά και για δεκάδες άλλα που παρουσιάζουν τιμές με παρόμοιες αποκλίσεις.
Δίνονται τέλος κάποια στοιχεία της έρευνας. Για τη μελέτη, προβλεπόταν αμοιβές (για την περίοδο από 15/10 έως τις 31/12/11), 2.800 ευρώ. Στο ποσό αυτό συμπεριλαμβάνονται και οι όποιες δαπάνες απαιτούνταν για αεροπορικά εισιτήρια Θεσ/νίκης-Αθήνας ή οτιδήποτε άλλη δαπάνη που αφορούσε κάλυψη αναγκών των μελετητών. Από τα παραπάνω στοιχεία εύλογα συνάγεται ότι το κίνητρο για την μελέτη ήταν οτιδήποτε άλλο παρά οι προβλεπόμενες αμοιβές!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου